φόδρο

φόδρο
το
(λ. ιταλ.), η εσωτερική επένδυση του πλοίου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φόδρο — το, Ν ναυτ. η εσωτερική επένδυση τού πλοίου, η εντερόνεια. [ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη, ο τ. σχετίζεται με τη λ. φόδρα] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”